• Ακράτεια προσπάθειας – Ένα γέλιο, ένας βήχας ή ένα φτέρνισμα επιφέρουν ακράτεια ούρων (40%-60% των διαγνωσμένων περιπτώσεων). Αν γελάσουμε, βήξουμε, φτερνιστούμε ή φωνάξουμε, η ουρήθρα δεν μπορεί να συγκρατήσει τα ούρα που υπάρχουν στην κύστη. Η πίεση που ασκεί η ουροδόχος κύστη, δηλαδή, ξεπερνά την αντίσταση της ουρήθρας, όταν αυξάνεται η ενδοκοιλιακή πίεση και δεν αρκεί η συστολή του σφιγκτήρα της ουρήθρας. Πρόκειται για τη συνηθέστερη μορφή ακράτειας. Μπορεί επίσης ακράτεια ούρων να παρατηρείται στην άθληση ή στο σήκωμα βάρους.
  • Επιτακτική ακράτεια ούρων – Η ξαφνική επιθυμία για ούρηση που δεν μπορεί να ελεγχθεί. Η ούρηση δεν μπορεί να ανασταλεί κι έτσι παρατηρείται ακούσια απώλεια ούρων. Η διαταραχή αυτή λέγεται «ασταθής κύστη» και μπορεί να οφείλεται σε διαταραχές του νευρικού συστήματος (νευρογενής) ή και σε άγνωστη αιτιολογία (ιδιοπαθής). Ο ασθενής την αντιλαμβάνεται ως έντονη και επιτακτική ανάγκη για ούρηση, που εμφανίζεται ξαφνικά και δεν μπορεί να ανασταλεί.
  • Μικτή ακράτεια – Συνδυασμός των 2 παραπάνω τύπων. Συνήθως έχει κάποιο ιδιοπαθές ή νευρογενές αίτιο, το οποίο εκδηλώνεται ή επιτείνεται μετά από τραυματισμό, ακτινοβολία, δυσκοιλιότητα ή άλλες αιτίες που οδηγούν σε ακράτεια ούρων από προσπάθεια.
  • Υπερπλήρωση – Σε κάποιες περιπτώσεις οι ασθενείς δεν έχουν τη δυνατότητα να αδειάσουν εντελώς τη κύστη τους, με αποτέλεσμα να υπερχειλίζει, δίνοντας την εσφαλμένη εντύπωση της ακράτειας. Η κύστη μπορεί να γεμίσει περισσότερο απ’ όσο αντέχει, όταν υπάρχει απόφραξη στην ουρήθρα ή όταν δεν μπορεί να κάνει τις απαραίτητες για την ούρηση συσπάσεις, δηλαδή παρουσιάζει υποτονία. Στην περίπτωση αυτή παρατηρείται ακούσια απώλεια ούρων.
  • Συνεχής ακράτεια– Γυναίκες με εκ γενετής έκτοπη εκβολή του ουρητήρα στην ουρήθρα παρουσιάζουν συνεχή ακράτεια ούρων.

 

Μια ιδιαίτερη κατηγορία ακράτειας είναι και η νυκτερινή. Είναι γνωστό ότι κατά την διάρκεια της νύχτας οι νεφροί παράγουν περισσότερα ούρα και αυτό συμβαίνει διότι στην κατακεκλημένη θέση του σώματος η αιμάτωση των νεφρών είναι πολύ μεγαλύτερη κατά συνέπεια και η παραγωγή των ούρων μεγαλύτερη.

Με την κατάκλιση και κατά την διάρκεια του ύπνου η μυϊκή χάλαση που επέρχεται κάνει πιο εύκολη την απώλεια ούρων.

Υπάρχουν και πολλές ιατρικές παθήσεις που αυξάνουν τον κίνδυνο της νυκτερινής απώλειας ούρων. Σε αυτές περιλαμβάνονται ο σακχαρώδης διαβήτης, οι ουρολοιμώξεις, η λιθίαση του ουροποιητικού και ιδιαίτερα η λιθίαση της ουροδόχου κύστης, όπως και οι ανατομικές ανωμαλίες της περιοχής.

Τέλος, βάσει μιας άλλης ταξινόμησης, που βασίζεται στην ποσότητα των ούρων που παραμένουν στην ουροδόχο κύστη μετά την ούρηση μπορούμε να ταξινομήσουμε την ακράτεια σε αυτή που δεν παρουσιάζει υπόλειμμα ούρων μετά την ούρηση και σε αυτή που παρουσιάζει μεγάλο υπόλειμμα.

Αυτές είναι οι ακράτειες ούρων οι οφειλόμμενες σε υπερπλήρωση.

Δηλαδή μπορεί ο/η ασθενής να ουρεί συχνά χωρίς όμως ποτέ να αδειάζει η ουροδόχος κύστη και χωρίς τις περισσότερες φορές να γίνει αισθητή αυτή η μη κένωση της κύστης από την/τον ασθενή.

Με την ευγενική συμβολή του Χειρουργού Ουρολόγου – Ανδρολόγου Ασβέστη Χαράλαμπου Π.