Η ακράτεια ούρων αποτελεί μια παθολογική οντότητα με διαφορετικές αιτιολογίες.

Ανάλογα με τη σοβαρότητα,  οι περιπτώσεις ακράτειας μπορούν να αντιμετωπισθούν  με φυσικούς τρόπους και τη χρήση ειδικών προϊόντων ακράτειας, την κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή ή την ενδεδειγμένη χειρουργική  επέμβαση.

Είναι απαραίτητο το άτομο που παρουσιάζει ακράτεια ούρων να υποβληθεί σε κλινική εξέταση και στις κατάλληλες εργαστηριακές εξετάσεις που θα υποδείξει ο γιατρός.

Γενικά ο έλεγχος θα πρέπει να επαναλαμβάνεται σε τακτικά χρονικά διαστήματα (εξαμηνιαία ή ετήσια) ώστε να παρακολουθεί ο ιατρός την εξέλιξη της πάθησης και να προσαρμόζει την ενδεδειγμένη θεραπεία.

Τα φάρμακα που υπάρχουν για την ακράτεια χωρίζονται σε αντιμουσκαρινικά,  που κυρίως είναι ενδεδειγμένα στην ακράτεια από υπερδραστήρια ουροδόχο κύστη και στους αναστολείς της επαναπρόσληψης σερετονίνης, όπως η ντουλοξετίνη που ενδείκνυται για την ακράτεια από προσπάθεια (stress incontinence).

Τα φάρμακα για την ακράτεια έχουν βεβαίως παρενέργειες και για το λόγο αυτό πρέπει ο ασθενής να ακολουθεί πιστά τις οδηγίες του γιατρού του.

Όσον αφορά την χειρουργική αντιμετώπιση, υπάρχουν πολλές τεχνικές που αφορούν ιδιαίτερα την ακράτεια από προσπάθεια και για να έχουν επιτυχία, χρειάζεται η σωστή ένδειξη για ποια τεχνική θα χρησιμοποιήσει ο θεράπων ιατρός.

Σε κάθε περίπτωση, είτε πρόκειται για ελαφρά ακράτεια, είτε για βαριάς μορφής, η επίσκεψη σε ειδικό ιατρό είναι απαραίτητη για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα άμεσα και αποτελεσματικά.

Με την ευγενική συμβολή του Χειρουργού Ουρολόγου – Ανδρολόγου Ασβέστη Χαράλαμπου Π.